Σάββατο 7 Δεκεμβρίου 2024

Διεθνείς εξετάσεις στην Εκπαίδευση

 

Ένα εκπαιδευτικό σύστημα που ενισχύει τις διακρίσεις και υπονομεύει τη μάθηση

ΤΗΣ ΒΙΑΝΑΣ ΕΡΙΚΣΟΝ*

Η εκπαίδευση, ως θεμέλιο κάθε κοινωνίας, θα έπρεπε να έχει στόχο την ολόπλευρη υγιή ανάπτυξη των παιδιών, να αγκαλιάσει τη διαφορετικότητα και να προωθεί την ισότητα. Ωστόσο, τα διεθνή εξεταστικά συστήματα και διεθνείς έρευνες, όπως η PISA, TIMSS και PIRLS, αντί να ενισχύουν αυτές τις αξίες, λειτουργούν ως μηχανισμοί που προάγουν τις διακρίσεις, διαιωνίζουν τις ανισότητες και υποβαθμίζουν τη μαθησιακή διαδικασία. Ενώ προβάλλονται ως εργαλεία που αξιολογούν αντικειμενικά την ποιότητα της εκπαίδευσης, στην πραγματικότητα υπονομεύουν την ίδια την παιδεία.

Η βασική αδυναμία των διεθνών εξετάσεων είναι ότι συχνά στερούνται πολιτιστικής αντιπροσωπευτικότητας και στηρίζονται σε τυποποιημένα εργαλεία αξιολόγησης που ευνοούν ορισμένες εκπαιδευτικές και πολιτιστικές πραγματικότητες, αποκλείοντας άλλες. Η πιο αυστηρή ίσως κριτική εναντίον αυτών των τυποποιημένων εργαλείων αξιολόγησης είναι ότι ενσωματώνουν συγκεκριμένες πολιτιστικές προκαταλήψεις, ευνοώντας εκπαιδευτικά συστήματα ορισμένων χωρών. Παιδιά με χαμηλό κοινωνικοοικονομικό υπόβαθρο ή με ειδικές εκπαιδευτικές ανάγκες βρίσκονται σε μειονεκτική θέση, καθώς οι ανάγκες και οι εμπειρίες τους δεν λαμβάνονται υπόψη. Παιδιά με μεταναστευτική βιογραφία συχνά αξιολογούνται με βάση πρότυπα που δεν συνάδουν με τις γλωσσικές και πολιτιστικές τους αναφορές, οδηγώντας σε ανακριβή και υποτιμητικά αποτελέσματα. Το ίδιο ισχύει και για παιδιά με αναπηρίες, των οποίων οι ειδικές συνθήκες μάθησης παραβλέπονται εντελώς. Αντί να ενσωματώνουν αυτές τις προκλήσεις στο εξεταστικό μοντέλο, τα συστήματα αυτά επιλέγουν να τις αγνοούν, αναπαράγοντας με τον τρόπο αυτό κοινωνικές και εκπαιδευτικές ανισότητες.

Προβληματικό είναι επίσης το γεγονός ότι οι διεθνείς εξετάσεις περιορίζουν την εκπαίδευση σε έναν στενό ορισμό επιτυχίας, βασισμένο σε δεξιότητες όπως τα μαθηματικά, οι φυσικές επιστήμες και η κατανόηση κειμένου. Παρόλο που αυτά τα πεδία είναι σημαντικά, αγνοούν κρίσιμες δεξιότητες όπως η δημιουργικότητα, η συναισθηματική νοημοσύνη, η κριτική σκέψη και η συνεργατική μάθηση. Έτσι, η μάθηση μετατρέπεται σε μια επιφανειακή διαδικασία «διδασκαλίας για την εξέταση», όπου οι μαθητές αναγκάζονται να αποστηθίζουν πληροφορίες αντί να αναπτύσσουν ουσιαστικές δεξιότητες για την μελλοντική τους ζωή. Η απουσία πολυδιάστατων κριτηρίων αξιολόγησης στερεί από τα παιδιά την ευκαιρία να αναδείξουν τις μοναδικές τους ικανότητες. Αντί να προετοιμάζουμε πολίτες που μπορούν να ανταποκριθούν στην ποικιλομορφία και στις πολυπλοκότητες του κόσμου, δημιουργούμε ένα εκπαιδευτικό σύστημα που επιβραβεύει την ομοιομορφία και αγνοεί τη διαφορετικότητα.

Οι διεθνείς κατατάξεις που προκύπτουν από αυτές τις εξετάσεις ενισχύουν επίσης έναν ανούσιο ανταγωνισμό μεταξύ των χωρών, αντί να επικεντρώνονται στη βελτίωση της ίδιας της εκπαίδευσης. Εκπαιδευτικοί και παιδιά, βρίσκονται κάτω από υπερβολική πίεση για να πετύχουν στόχους που καθορίζονται από εξωτερικούς παράγοντες, συχνά άσχετους με τις πραγματικές ανάγκες των σχολικών κοινοτήτων. Η πίεση αυτή καταπιέζει τη δημιουργικότητα των εκπαιδευτικών και αφαιρεί από τα παιδιά τη χαρά της μάθησης. Αντί για ένα εκπαιδευτικό σύστημα που προωθεί την ανάπτυξη της προσωπικότητας και την καλλιέργεια δεξιοτήτων ζωής, προωθούμε εν τέλει ένα σύστημα που μετατρέπει τα παιδιά σε αριθμούς και στατιστικά δεδομένα.

Μια από τις μεγαλύτερες αντιφάσεις που αναδεικνύονται μέσα από τις διεθνείς εξετάσεις είναι η σύνδεση της επιτυχίας με την παιδική καταπίεση. Χώρες που διακρίνονται συστηματικά στις κατατάξεις, όπως η Σιγκαπούρη, η Ταϊβάν, η Νότια Κορέα, το Χονγκ Κονγκ και η Ιαπωνία, είναι οι ίδιες χώρες που δέχονται έντονη κριτική για την παραβίαση των δικαιωμάτων του παιδιού. Τα εκπαιδευτικά τους συστήματα χαρακτηρίζονται από υπερβολικά ανταγωνιστική κουλτούρα, ατελείωτες ώρες διδασκαλίας και διαρκή εξεταστική πίεση.

Σε αυτές τις χώρες, τα παιδιά συχνά θυσιάζουν την παιδικότητά τους, τη χαρά της μάθησης και την ψυχική τους υγεία για να επιτύχουν υψηλές βαθμολογίες. Ερευνητικά δεδομένα έχουν αναδείξει ότι η εκπαιδευτική πίεση στις περιοχές αυτές οδηγεί σε αυξημένα ποσοστά άγχους και κατάθλιψης μεταξύ των μαθητών και μαθητριών. Η επιτυχία σε αυτούς τους δείκτες έρχεται με το κόστος της ευημερίας των παιδιών, καταδεικνύοντας ότι αυτά τα «υψηλών επιδόσεων» εκπαιδευτικά μοντέλα συχνά παραβιάζουν βασικές αρχές για τα δικαιώματα του παιδιού, όπως ορίζονται από τη Σύμβαση των Ηνωμένων Εθνών για τα Δικαιώματα του Παιδιού. Επομένως, είναι αναγκαίο να αναρωτηθούμε αν τα αποτελέσματα αυτών των εξετάσεων αντανακλούν πραγματικά ένα επιτυχημένο εκπαιδευτικό σύστημα ή αν απλώς αποτυπώνουν την αποτελεσματικότητα μιας καταπιεστικής δομής που αντιμετωπίζει τα παιδιά ως εργαλεία για τη βελτίωση των διεθνών κατατάξεων. Και πρέπει τέλος να αναρωτηθούμε εάν είναι πράγματι αυτά τα μοντέλα εκπαίδευσης που θέλουμε να έχουμε ως πρότυπο.

Η εκπαίδευση δεν μπορεί να περιορίζεται σε μέσους όρους και στατιστικές. Οι διεθνείς εξετάσεις αγνοούν τις τοπικές ιδιαιτερότητες, παραμερίζοντας τις ανάγκες συγκεκριμένων χωρών, σχολείων και κοινοτήτων. Η έμφαση στα δεδομένα αυτά υποβαθμίζει τις μικρές, καινοτόμες προσπάθειες που μπορούν να βελτιώσουν την εκπαίδευση σε τοπικό επίπεδο και αποτυγχάνει να αντιμετωπίσει τις πραγματικές εκπαιδευτικές προκλήσεις.

Τέλος, η εκπαίδευση δεν είναι μέσο κατάταξης. Είναι δικαίωμα και προνόμιο, και πρέπει να προσφέρεται με τρόπο που να ενισχύει τη συμμετοχή όλων και να διασφαλίζει ότι κανένα παιδί δεν μένει πίσω. Είναι αναγκαίο να απορρίψουμε αυτά τα εξετασιοκεντρικά συστήματα και να επενδύσουμε σε ολιστικές προσεγγίσεις αξιολόγησης που θα αναδεικνύουν τις δυνατότητες κάθε παιδιού. Χρειαζόμαστε ευέλικτα και συμπεριληπτικά εργαλεία που θα αναδεικνύουν την ποικιλομορφία και τις δυνατότητες του κάθε παιδιού. Μόνο έτσι θα μπορέσουμε να υποστηρίξουμε ουσιαστικά την εξέλιξη της εκπαίδευσης σε παγκόσμιο επίπεδο. Μέσα από αυθεντικές μεθόδους αξιολόγησης, όπως πορτφόλια, εργασίες και συνεργατικές δραστηριότητες, μπορούμε να καλλιεργήσουμε δεξιότητες ζωής και να ενισχύσουμε την κοινωνική ενσωμάτωση. Η εκπαίδευση πρέπει να γίνει ξανά ανθρωποκεντρική, να στηρίζεται στη διαφορετικότητα και να ενδυναμώνει το κάθε παιδί ξεχωριστά και ολόπλευρα. Μόνο έτσι μπορούμε να διαμορφώσουμε πολίτες έτοιμους να συμβάλλουν ουσιαστικά στην κοινωνία, αφήνοντας πίσω ένα εκπαιδευτικό σύστημα που διαιωνίζει διακρίσεις και αποκλεισμούς.

*Εκπαιδευτικός Δημοτικής Εκπαίδευσης

Μέλος ΔΣ Προοδευτικής Κίνησης Δασκάλων και Νηπιαγωγών

Πηγή:    https://paideia-news.com/poed/2024/12/07/diethneis-eksetaseis-stin-ekpaideysi/


Δεν υπάρχουν σχόλια: