Όχι, δεν
έπαθα κρίση μανιχαϊσμού. Δε γλιστράω στη γλίτσα της επικοινωνιακής φιλανθρωπίας
των ημερών οπότε, κοντά σαράντα χρόνια δημοσιογράφος τώρα, κουράστηκα κι
αηδίασα να βλέπω τη φτώχεια και την ανημπόρια στις δόξες τους. Αυτή η
εμπορευματοποιημένη κακοήθης σχεδόν αλληλεγγύη, ο... πόνος των θυτών για τα
θύματα (όσοι προσφέρουν εντός εκτός εορτών και συνήθως απ' το καθόλου
περίσσευμά τους, δε βγάζουν μήτε δελτία Τύπου, μήτε εικόνα επίσκεψης στη
διπλανή κόλαση, μήτε συχαρίκια δέχονται, που πατάνε στη λάσπη της
καταρρακωμένης ανθρώπινης αξιοπρέπειας) περισσεύει στο χώρο του καθημερινού
θεάματος. Όμως, πήρα ένα δώρο αυτές τις μέρες τόσο φρέσκο, τόσο ωραίο, από τόσο
γενναία και σκεπτόμενα παιδιά, που δεν αντέχω να μην τους γυρίσω πίσω το χώρο
της στήλης μου. Ήρθε ως επιστολή. Δημόσια. Πρωτοσέλιδη στον «Ριζοσπάστη». Όχι
απ' αυτές που ως αθώες παιδικές ευχές φτάνουν στον Αϊ - Βασίλη. Ήρθε ως
ετυμηγορία. Ως καταδίκη αν τολμήσεις να την αγνοήσεις. Ως εντολή και προτροπή
σε εκπλήρωση καθήκοντος. Κι όταν τα παιδιά στέλνουν τέτοια γράμματα, τότε το
σχολείο της ζωής και το ικρίωμα της πολιτικής δε συγχωρνάνε λάθος στην
ανάγνωση. Δεν παίρνει σαρδάμ το γράμμα των 265 Ελληνόπουλων μαθητών μεταναστών
από τη Γερμανία, με περιεχόμενο την αντίσταση στο ολοζώντανο βαμπίρ της
χρυσαυγίτικης αναίρεσης του ανθρώπου. Γιατί αυτό είναι το αποτέλεσμα του
φασιστοναζισμού, να κατεβάζει τον άνθρωπο απ' το ύψος του πολιτικού ζώου στο
επίπεδο του κτήνους, αναιρώντας τον ολοκληρωτικά ως έλλογο ον. Ψάξτε την
επιστολή. Διαδώστε την. Σκορπίστε πραγματική ανακούφιση και παρηγορία,
ουσιαστική χαρά κι αισιοδοξία, μήνυμα έμπρακτης ελπίδας για το αύριο. Γιατί
αυτό το μήνυμα, που στο τέλος της κάθε ημερολογιακής χρονιάς εκφράζεται ως
τελετουργική ανάγκη, η καπιταλιστική αγορά το μετατρέπει δυστυχώς σε αγοραστικό
πογκρόμ.
Αυτά τα
μειράκια, τα κοριτσόπουλα και τα παλικαρόπουλα, που βλέπουν τους γονείς τους να
σκύβουν και να κοπιάζουν, να μοχθούν και να διαθέτουν την ικμάδα τους στις
φάμπρικες και στα εστιατόρια, στα μικρομάγαζα και τις οικογενειακές
επιχειρήσεις της γειτονιάς στη Γερμανία, τα «γκασταρμπαϊτεράκια», ξέρουν.
Ξέρουν και γιατί εκπατρίστηκαν και πώς τους απειλεί κι εκεί, όπως τώρα εδώ τους
«άλλους», τους «ξένους», ο φασισμός. Γιατί πρέπει να έχουν διπλό μπόι, ανάστημα
γίγαντα ενήλικα, για να βρίσκονται αντιμέτωπα με τα κτήνη εκεί, που τώρα
εφορμούν εναντίον τους με τον αέρα στα πανιά της... αδελφικής ελληνικής
χρυσαυγίτικης φονικής ασχήμιας. Είναι πικρό και σύνηθες στον πολιτισμένο
καπιταλιστικό κόσμο μας να λαμβάνει θηριώδη δημοσιότητα η επιστολή του κυρίου χ
ψ βουλευτή - πολιτευτή, που αλλάζει κόμμα και γνώμη και ξεφουρνίζει σε μερικές
αράδες τα λερωμένα τ' άπλυτα πρότερων επιλογών. Είναι ντροπή όμως για κάθε
κομμουνιστή, αριστερό, δημοκράτη, άνθρωπο με τσίπα έστω, να καταπιεί και να
καταχωνιάσει, να αδιαφορήσει ή να ξεχάσει πως υπάρχουν παιδιά στο στόμα του
λύκου που τα βάζουν με το λύκο. Είναι η γερή καλή σπορά που θεριεύει ανάμεσα σε
ζιζανοχώραφα των καιρών, σε δηλητηριασμένα από πολιτικά φυτοφάρμακα εδάφη της
λυκοσυμμαχίας τα 265 άγουρα. Δεν πάνε σχολείο απλώς, αυτά τα παιδιά των
μεταναστών στη Γερμανία του 21ου αιώνα. Ε ί ν α ι σχολείο. Καθόλου κρυφό.
Λαμπερό και δύσκολο. Που αντριεύει και θεριεύει με το χνότο του φασίστα, με το
ρατσιστικό μαχαίρι στο λαιμό και τη ναζιστική απειλή του εμπρησμού των γονεϊκών
μόχθων. Έχουν μάθει και διδάσκουν συνάμα, πως το εργαλείο - μόρφωμα, εδώ
χρυσαυγή, εκεί όπως και να ειπωθεί το ίδιο πάντα και παντού είναι, γίνεται
ταξικό όπλο εναντίον τους με άλλοθι τη φυλή, το χρώμα, την καταγωγή, τη
θρησκεία, τη μίζερη ζωή.
Οποιος
θέλει να αισθανθεί πλούσιος και σίγουρος γιατί δανείστηκε η χώρα με δόσεις
καμιά πενηνταριά δισ., με γεια του με χαρά του. Οποιος όμως είναι πράγματι
κοινωνικά, πολιτικά και πολιτισμικά περιούσιος, κοιτάει το γράμμα των παιδιών
και γίνεται πιο δυνατός, ικανός να γράφει, κι όχι να υφίσταται, Ιστορία.
Ευχαριστούμε που υπάρχετε, νέοι και νέες μας.
ΥΓ: Λυπάμαι
βαθιά που το γράμμα σας, παιδιά από τη Γερμανία, δεν έφτασε εγκαίρως στα μάτια
των ηλικιωμένων κάπου στο λεκανοπέδιο της Αττικής. Εκείνος 92, εκείνη στα 80.
Άρρωστοι και φτωχοί, εξαρτημένοι απ' τα παιδιά τους. Πήρε ο παππούς ένα πιστόλι
απομεινάρι του πολέμου του '40, τη σκότωσε κι αυτοκτόνησε. Για να μη βαραίνουν
άλλο τα παιδιά και τα εγγόνια τους σε δύσκολους καιρούς. Σ' αυτήν την ηλικία,
σ' αυτήν τη συγκυρία, μ' αυτήν την περηφάνια, αν σας είχαν διαβάσει θα είχαν
ζήσει θέλω να θαρρώ. Θα ήξεραν ότι τα παιδιά τους αντέχουν να παλεύουν. Γιατί
αξιοθαύμαστη νιότη δεν πάει μαζί με αξιολύπητα γηρατειά.
Της
Λιάνας ΚΑΝΕΛΛΗ
«ΡΙΖΟΣΠΑΣΤΗΣ» 16-12-2012
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου