© Γιώργος Πανταζής
Έχω την κακή συνήθεια να ακούω τις πρωινές συζητήσεις στα ερτζιανά [ευτυχώς που δεν γίνονται αγγλιστί, αλλιώς θα καταλάβαινε η κυρία Ολγκίν που άραξε]. Από αυτές συμπεραίνει κανείς το αλαλούμ που επικρατεί στον τόπο, παρά το state of the union των 80 προτάσεων που θα καλυτερέψουν, είπε, τη ζωή των ιθαγενών! Αλλού το δικό μου μυαλό.
Επικοινωνιακό προπέτασμα για την άφιξη της κυρίας Ολγκίν! Να εντυπωσιαστεί από την κυβέρνηση που κάνει τα πάντα για την ευημερία του κόσμου. Πλην όμως, τα πάντα ῥεῖ έλεγε ο παππούς Ηράκλειτος και δεν μπορείς να μπεις δυο φορές στο ίδιο ποτάμι! Για τον απλούστατο λόγο ότιανά πάσα στιγμή το νερό του ποταμού αλλάζει, οπότε ποτέ δεν είναι ο ίδιος ποταμός!
Ας είναι! Η προσπάθεια να ξαναμπούμε στο ίδιο ποτάμι είναι μια απεγνωσμένη κίνηση διάσωσης από σίγουρο πνιγμό, ίσως ακόμη και η εξαγορά μιας θέσης στον παράδεισο των κολασμένων. Δεν ξεχνώ ότι είναι οι σημερινοί ταγοί που έχουν την κύρια ευθύνη για τα μισοτέλειωτα τετελεσμένα που μας έφεραν να εκλιπαρούμε γονυπετείς να επιστρέψουμε σε αυτό που είχαμε στην τσέπη! Γιατί αυτά που ειπώθηκαν πριν από πέντε χρόνια είναι καταγραμμένα σε πρακτικά, και αυτά θα τα έχει διαβάσει με προσοχή και με πάσα λεπτομέρεια η προσωπική απεσταλμένη.
Ας πάρουμε μια βαθιά αναπνοή και ας ελπίσουμε. Αν μη τι άλλο, μια προσπάθεια είναι, καν’ την κι ας πέσει χάμω, όπως λέει και το άσμα της Χαρούλας. Μου έκανε εντύπωση, πάντως, που την κυρία Ολγκίν υποδέχτηκε στην κατεχόμενη Λευκωσία νεολαία που κρατούσε μεγάλα πανό τα οποία έγραφαν ότι οι Τουρκοκύπριοι θέλουν ειρήνη και ομοσπονδία. Στην αποδώ πλευρά… έβρεχε (!) οπότε, ποιος βκαίνει έξω να μουσιέψει μεσ’ τον ψόφο.
Όπως και αν έχει, σήμερα Τετάρτη 31 του μήνα που γράφεται αυτό το πόνημα άκουσα και πάλι τα πρωινά. Πέστε το αρρώστια, μαζοχισμό ή και αυτομαστίγωμα! Ανάμεσα στις ανεπανάληπτες «ιστορίες του χωρκού» του Συναγερμού, τις καταδίκες του ΓΕΣΥ, τις «οπαδικές» επιθέσεις, [κάθε νέα λέξη είναι προσόν] που συνοδεύονται από βλοσυρότατο και αγέλαστο look, και τις απαντήσεις του Οδυσσέα, συμπατριώτης Ελληνοκύπριος κομματικός σε ερώτηση της δημοσιογράφου τι θα πρέπει να κάνουμε για να επανέλθουμε σε συνομιλίες που θα έχουν στόχο τη λύση του κυπριακού προβλήματος, ανάλυσε με στόμφο τα σημεία στο σχέδιο Γκουτέρες που πρέπει να τύχουν επαναδιαπραγμάτευσης.
Τον άκουγα σαγηνευμένη από τον ηρωικό του λόγο και θυμήθηκα τον τίτλο του συγγράμματος που κυκλοφόρησε το 1658 ο Νεόφυτος Ροδινός (1579-1669), γνωστός Ουνίτης και πολυταξιδεμένος Κύπριος από την Ποταμιού: «Περί ηρώων, στρατηγών, φιλοσόφων, αγίων και άλλων ονομαστών ανθρώπων όπου ευγήκασι από το νησί της Κύπρου»! Αν είχαμε λιγότερους από αυτούς θα ήταν πολύ καλύτερη η ζωή μας σίγουρα.
Δύσκολο εγχείρημα το να ψάχνει κανείς για θετικές ειδήσεις. Η απελπιστικά μονότονη και επαναλαμβανόμενη επικαιρότητα, το ανεπανάληπτο αφήγημά μας που ετοιμάστηκε ειδικά για τα 50χρονα, δεν αφήνει περιθώρια αισιοδοξίας, σκέψεις για το μέλλον, προγραμματισμό… Εκτός κι αν κλείσουμε τ’ αυτιά μας και ασχοληθούμε μόνο μετά της πολιτιστικής δημιουργίας των κατοίκων της νήσου, ή με τα καιρικά φαινόμενα!
Προσφέρουν, αμφότερα δεν αντιλέγω, ιδιαίτερα το πρώτο με την αφθονία των εκδηλώσεων στην πρωτεύουσα και αλλαχού, ενώ το δεύτερο, εκτός από τη θύμηση μιας κραταιάς εφημερίδας της αριστεράς που αντέχει από το 1952, πάλι μαυρίλα φέρνει. Ποιος ανελέητος και ακοινώνητος ονόμασε τούτο το τελευταίο καιρικό «Αυγή» που είναι για τον καθένα μας η αρχή μιας νέας ημέρας με το πρώτο φως του ήλιου πριν την ανατολή, το χάραμα, το ξημέρωμα, ή ακόμη ένα όνομα αγαπημένο;
Παρόλα τα πιο πάνω, επεσήμανα κάτι θετικό που θέλω να επαινέσω με επιφύλαξη όμως. Παρακολουθώ τις ειδήσεις στο κρατικό μας κανάλι και οφείλω να παραδεχτώ ότι οι επιλογές από τον Ψηφιακό Ηρόδοτο που προβάλλονται ακριβώς πριν από το Δελτίο των οκτώ, μέχρι σήμερα με αφήνουν ικανοποιημένη. Δεν είναι η απέραντη μαυρίλα, το κλάμα, η απελπισία [βέβαια μπορεί να το κρατούν για το τέλος, για την αποκορύφωση του Ιουλίου, ένα crescendο, εξ’ ού και η αναγκαία επιφύλαξη].
Απεναντίας οι επιλεγμένες σκηνές δείχνουν τα πρώτα πολύ δύσκολα χρόνια μετά το 74, τους ανθρώπους του μόχθου, γεωργούς, αγγειοπλάστες, κτηνοτρόφους, γιαγιάδες, μανάδες και νεαρές κοπέλες που στάθηκαν στα πόδια τους, σήκωσαν τα μανίκια τους ψηλά και δούλεψαν «σε άλλη γη, σε άλλα μέρη» για να θρέψουν τις οικογένειές τους. Ο λόγος τους έχει αξιοπρέπεια, μια νηφαλιότητα και κρύβει μια προσμονή. Έφυγαν από τη γη των προγόνων τους, από μέρη παραδεισένια και άραξαν σε βουνά και πόλεις, έκλαψαν, αναμένουν ακόμη αγαπημένους, όλα αυτά σιωπηρά και εν αναμονή της επιστροφής που άλλοι τους «έταξαν».
Ελπίζω να επιμείνει το ΡΙΚ σ’ αυτή την γραμμή, για να φανεί ότι
σήμερα 50 χρόνια μετά, εκείνη η γενιά που φεύγει, κρατήθηκε με
αξιοπρέπεια ενώ όλα γύρω της είχαν σωριαστεί. Μέσα στην απελπισία και
την επιβολή του μακροχρονίου, της πρόστυχης εφεύρεσης που λέγεται
«Αμμοχωστοποίησης», και των άλλων δεινών που αμαύρωσαν το όνομα του
νησιού, ο κόσμος μας πορεύτηκε και πορεύεται με όση αξιοπρέπεια του
επέτρεψαν οι πολιτικοί και οι συνθήκες.
Φωτογραφία του Βαρωσιώτη Γιώργου Πανταζή
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου