Κάθε φορά που οι άνθρωποι αναγκάζονται να εγκαταλείψουν τον τόπο τους για να σώσουν τη ζωή τους ή για μια καλύτερη μοίρα, ο δρόμος προς την έξοδο δεν είναι στρωμένος με ροδοπέταλα.
Ανατρέχοντας στην ιστορία των λαών, πολλές φορές συναντάμε πορείες προσφύγων να διασχίζουν άγονα μέρη, θάλασσες, βουνά, για να ξεφύγουν από τον εχθρό ή την φτώχια. Στις πορείες αυτές δεν βγαίνουν όλοι αλώβητοι.
Πολλοί αφήνουν την τελευταία τους πνοή και οι υπόλοιποι συνοδοιπόροι -όποιοι κι αν είναι, συγγενείς ή ξένοι- είναι αναγκασμένοι να προχωρήσουν. Πολλές φορές δεν έχουν καν τον χρόνο, τη δύναμη ή το δικαίωμα να θάψουν τους νεκρούς. Προχωρούν ελπίζοντας αυτοί να μην έχουν την ίδια μοίρα.
Ο Ηλίας Βενέζης, βίωσε μια τέτοια πορεία στα 18 του χρόνια όταν αναγκάστηκε να εγκαταλείψει το Αϊβαλί. Κι όταν κατάφερε να φτάσει στην Ελλάδα, περιέγραψε την εμπειρία του στο βιβλίο «Το Νούμερο 31328», το οποίο για αρκετά χρόνια διδασκόταν στα σχολεία. Από το 1931 που πρωτοεκδόθηκε μέχρι το 2011 επανεκδόθηκε 35 φορές.
Παρόμοιες καταστάσεις –που δεν είναι μυθοπλασίες- περιέγραψαν κι άλλοι συγγραφείς: Η Διδώ Σωτηρίου στο «Ματωμένα Χώματα», η Θέα Κάλο στο «Ούτε το όνομα μου» βασισμένο στην ιστορία της μητέρας της, που στην πορεία θανάτου των Ποντίων έχασε όλη της την οικογένεια, ενώ αυτή μικρό παιδί, συνέχιζε να πορεύεται. Οι νεκροί μπορεί να στοίχειωναν τον ύπνο των επιζώντων σε όλη τη μετέπειτα ζωή τους, ήξεραν όμως πως δεν μπορούσαν να κάνουν τίποτα ούτε για να τους σώσουν, ούτε καν για να τους θάψουν να μην τους φαν τα όρνεα.
Η ιστορία γύρισε πολλές σελίδες, προστέθηκαν πολλά κεφάλαια. Δεν έπαψε όμως να επαναλαμβάνεται με ίδιους ή παρόμοιους τρόπους. Οι άνθρωποι συνεχίζουν να πορεύονται προς την ελπίδα με όποιο τρόπο και όποιο μέσο μπορεί να τους οδηγήσει προς αυτήν. Κι οι δρόμοι εξακολουθούν να είναι ματωμένοι. Κι όταν κάποιος πεθαίνει στη διαδρομή, οι υπόλοιποι δεν μπορούν παρά να συνεχίσουν. Πόσο μάλλον όταν βρίσκονται σε μια βάρκα που δεν πάει πουθενά και καθώς οι μέρες περνάνε, χωρίς νερό, χωρίς φαγητό, μέσα στο κρύο, μέσα στον λιοπύρι, κάποιος πεθαίνει.
Οι επιβάτες δεν έχουν άλλη επιλογή, από το να τον ρίξουν στη θάλασσα με μια προσευχή. Δεν είναι γιατί δεν πονούν. Είναι γιατί δεν μπορούν να κάνουν αλλιώς. Όταν λοιπόν ακούμε πως κάποιος πατέρας έριξε το παιδί του, που είχε πεθάνει από τις κακουχίες, στη θάλασσα, δεν είναι γιατί είναι βάρβαρος.
Βαρβαρότητα είναι να κρίνουμε εκ του ασφαλούς, έστω κι αν πριν μισό αιώνα πήραμε και εμείς τους δρόμους για να σωθούμε.
Πηγή: https://www.philenews.com/apopsis/arthra-apo-f/article/1445710/as-diavasoume-xana-to-noumero-31328/
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου