Και εκεί που νομίζεις πως έπιασες στεριά, πως τα δύσκολα πέρασαν, πως όλο και πιο πολύ πλησιάζει η επίτευξη του στόχου (ποιος στ’ αλήθεια είναι ο στόχος;), χτυπά η πόρτα. Κι όταν χτυπά η πόρτα χαράματα, ποτέ δεν είναι για καλό. Έτσι κι αλλιώς, κανείς εκεί δεν περιμένει επισκέψεις. Ούτε συγγενείς, ούτε φίλοι υπάρχουν γύρω σε ακτίνα πολλών πολλών χιλιομέτρων. Σαν φαντάσματα ζούνε. Έντεκα νομά σε ένα δωμά, Στην πόρτα σύρμα για κλειδί, Έντεκα νομά δυστυχισμέ, Σ’ ένα δωμά φυλακισμέ, Σαν τα τσουβά σαν τα σκουπί, Έντεκα νομά χωρίς ελπί, Σ’ ένα δωμά μισογιαπί, Ποιος να φωνά και τι να πει. (Που να ήξερε ο Άκης Πάνου όταν έγραφε τους στίχους πως οι εφτά νομά γίνανε 11 και το γιαπί ακριβοπληρώνεται).
Λίγο μετά τις έξι το πρωί λοιπόν, χτυπά η πόρτα. Και ξέρεις ήδη από τον γδούπο πως είναι η αστυνομία. Μεταξύ ύπνου και ξύπνιου, χωρίς πολλή σκέψη, λες «δεν διάνυσα τόσα χιλιόμετρα, δεν έπαιξα τη ζωή μου κορόνα γράμματα στην θάλασσα για να πάω πίσω ηττημένος. Θα πετάξω σαν πουλί για να βρω επιτέλους την ελευθερία. Έναν κόσμο όπου δεν θα υπάρχουν νόμιμοι και παράνομοι». Νικημένο μου ξεφτέρι, όπως θα έλεγε κι ο ποιητής, δεν αλλάζουν οι καιροί, δεν υπάρχει τέτοιος κόσμος. Καληνύχτα Κεμάλ (που δεν θα μάθουμε ποτέ το πραγματικό σου όνομα για να μην φανταστούμε πως εκείνο το διαλυμένο σώμα στο έδαφος ήτανε άνθρωπος, ένας 24χρόνος τον οποίο κάποιοι αγαπούσαν και περίμεναν να γυρίσει κάποτε πίσω στην πατρίδα έχοντας κατακτήσει το όνειρο του ή να καταφέρει να ζήσει κάπου ευτυχισμένος).
Η Αστυνομία λέει πως δεν επρόκειτο για έφοδο αλλά σαν διαδικασία απογραφής πληθυσμού. Στις 6 το πρωί απογραφή; Απογραφή απελπισίας ίσως. Καταγραφή του τι μπορεί να κάνει ένας άνθρωπος για να γίνει μέρος ενός άλλου κόσμου, καλύτερου από αυτόν που η μοίρα το έφερε να γεννηθεί. Μπορεί αρχικά να μην μοιάζει και πολύ καλύτερος ο κόσμος αυτός, ζώντας σε ένα διαμέρισμα που μοιάζει εγκαταλειμμένο μαζί με άλλους δέκα ή και περισσότερους που έρχονται και φεύγουν σαν φαντάσματα, δουλεύοντας στα κρυφά στις οικοδομές και στις φάρμες, αλλά κάποια στιγμή θα γίνει καλύτερος. Του το υποσχέθηκαν, το ονειρεύτηκε, το πίστεψε. Θα φύγει από αυτόν τον τόπο που τον ξέβρασε η βάρκα και ο διακινητής, και κάποιος άλλος διακινητής θα αναλάβει να τον μεταφέρει αλλού, στην πραγματική Ευρώπη, στον παράδεισο που του τάξανε. Ακόμα και πετώντας.
Μόνο που πολλές φορές δεν μπορείς να δραπετεύσεις από τη μοίρα, παρά τις αναλαμπές που μεσολαβούν και το κάνουν να μοιάζει εφικτό, αλλά δεν είναι παρά ψευδαίσθηση.
Πηγή: https://www.philenews.com/apopsis/arthra-apo-f/article/1458438/apografi-apelpismenon/
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου