Τον τελευταίο χρόνο έχει αρχίσει πάλι η συζήτηση για την αξιολόγηση και επανέρχονται τετριμμένες ιδέες και εισηγήσεις που υπόσχονται ως δια μαγείας να θεραπεύσουν πάσα νόσο του εκπαιδευτικού συστήματος. Όσοι υπερπροβάλλουν αυτές τις απόψεις γνωρίζουν βέβαια ότι όλα αυτά είναι χιλιοειπωμένες εισηγήσεις που φορούν το μανδύα του «νέου» για να αποπροσανατολίσουν, όσους αφελείς μπορέσουν, από τα πραγματικά προβλήματα της παιδείας. Παρακάτω θα παρουσιάσουμε μερικές σκέψεις ανθρώπων που μελέτησαν το θέμα με την έγνοια για την παιδεία που θα παρέχεται σε ένα δωρεάν, ενιαίο δημόσιο σχολείο και θα στηρίζει τα παιδιά και τους δασκάλους στην προσπάθειά τους για απολύτρωση από τα δεσμά της άγνοιας, της ημιμάθειας, της ιδεολογικής χειραγώγησης, των προκαταλήψεων και του σκοταδισμού.
Η αξιολόγηση του εκπαιδευτικού και της σχολικής μονάδας βρίσκεται σε αντίθεση με την έννοια της εκπαίδευσης ως κοινωνικού αγαθού. Στόχος είναι να ελεγχθεί η αποδοτικότητα της χρηματοδότησης της εκπαίδευσης για την επίτευξη των στόχων που έχει θέσει η αντιεκπαιδευτική πολιτική και είναι συμβατοί με τους δείχτες της οικονομίας της αγοράς. Αν ήθελαν πραγματική βελτίωση της εκπαίδευσης, δεν θα οικοδομούσαν μηχανισμούς αξιολόγησης και σύστημα ποινών αλλά Ενιαίο σχολείο για τη σφαιρική μόρφωση και διαπαιδαγώγηση όλων των παιδιών και θα ξεκινούσαν από την επιστημονική και οικονομική στήριξη του εκπαιδευτικού, από την εφαρμογή και ενίσχυση του παιδαγωγικού ρόλου του Σχολικού Συμβούλου.
Στο θεσμό της εκπαίδευσης λαθροβιούν θεσμοθέτες, θεσμοδίαιτοι, θεσμοϋπηρέτες, θεσμοκράτες ή θεσμοκρατούμενοι, θεσμολάτρες ή θεσμοθύματα, θεσμοφύλακες ή θεσμοεπικριτές, με τα ανάλογα κίνητρα ασφαλώς. Για την αξιολόγηση πρέπει απ’ την αρχή να διατυπωθούν μια σειρά από καίρια ερωτήματα:
· Ποιες επιμέρους λειτουργίες του θεσμού είναι ανάγκη να αξιολογηθούν πριν από τον εκπαιδευτικό, γιατί αποτελούν το «εκπαιδευτικό περιβάλλον» που καθορίζει ή επηρεάζει τις κινήσεις του, την ίδια τη σκέψη του;
· Ποια σημεία του έργου του εκπαιδευτικού μπορούν να αξιολογηθούν ως αυθύπαρκτα ή διακριτά γνωρίσματα του έργου του;
· Από ποιον ή ποιους, γιατί, πώς (θα γίνει η αξιολόγηση);
Ας επιχειρήσουμε μια πρώτη σύντομη προσέγγιση:
Όταν ένας εκπαιδευτικός διδάσκει ένα θέμα, η διδασκαλία του (ως περιεχόμενο και τρόπος παρουσίασης και ανάλυσης) έχει «διαμορφωθεί» από τους εξής, μεταξύ πολλών άλλων, παράγοντες, που λειτούργησαν πριν απ’ αυτόν για διευκόλυνση ή δυσχέρανση του έργου του:
· Το συντάκτη του ωρολογίου προγράμματος, που έδωσε ώρες τόσες …
· Το συντάκτη του αναλυτικού προγράμματος, που πρόβλεψε να διδάσκονται εκείνα τα θέματα που συγκινούν τις συνειδήσεις των νέων ή τις αφήνουν αδιάφορες.
· Το συγγραφέα του σχολικού βιβλίου, που έγραψε βιβλίο διδάξιμο, ευδίδακτο, μη διδάξιμο ή και ανιαρό ή απωθητικό.
· Τον υπεύθυνο για την οργάνωση και λειτουργία του σχολείου, ώστε ο δάσκαλος να έχει άνετο ή βασανιστικό χρόνο διδασκαλίας (ως προς τους αντικειμενικούς όρους διδασκαλίας αίθουσα καθαρή και φωτεινή, την αναγκαία επίπλωση, τα αναγκαία εποπτικά μέσα διδασκαλίας σε λειτουργική ετοιμότητα, συνολική εικόνα αισθητικά ελκυστική ή έστω μη απωθητική, ατμόσφαιρα γαλήνης στο χώρο του σχολείου χωρίς ενοχλητικούς θορύβους και διακοπές).
Οι παραπάνω προϋποθέσεις είναι όροι αναγκαίοι, για να λειτουργήσει – υποκειμενικά πλέον υπεύθυνος για τη διδασκαλία του – ο εκπαιδευτικός με τα δικά του εφόδια και τη δική του παιδαγωγική συμπεριφορά και συνολική εκπαιδευτική παρουσία:
· Επιστημονική συγκρότηση (από τις βασικές σπουδές του, τη διαρκή μελέτη του, τη διαρκή – με πρωτοβουλία της πολιτείας – επιμόρφωσή του).
· Παιδαγωγική συγκρότηση – συμπεριφορά.
· Διδακτική μεθοδολογία.
· Ειδική για το μάθημα της ημέρας προετοιμασία.
Από τα παραπάνω γίνεται σαφές ότι η εκπαιδευτική πραγματικότητα που αφορά το μαθητή και οφείλει η πολιτεία να μεριμνά για την ποιότητά της, άρα και τη διαρκή αξιολόγησή της, απαρτίζεται από δύο, τουλάχιστον, πεδία εντελώς διακριτά (πολιτεία – εκπαιδευτικός). Είναι επίσης σαφέστατο, ελπίζω, ότι προηγείται η αξιολόγηση και αυτοαξιολόγηση της πολιτείας για τις πράξεις της ή παραλείψεις της, για τα ελλείμματα της εκπαιδευτικής πραγματικότητας, που ανάγονται αποκλειστικά στην ευθύνη της.
Αντί όμως η πολιτεία να ενσκήψει με σοβαρότητα σε όλα αυτά τα προβλήματα, με την προσπάθεια που γίνεται, και με τον τρόπο που επιδιώκεται, η περίφημη αξιολόγηση της σχολικής μονάδας θα βαθύνει παραπέρα την κατηγοριοποίηση, την ταξική διαφοροποίηση των σχολείων, θα αναπτυχθεί ένας παιδοκτόνος ανταγωνισμός, που θα ακυρώσει κάθε έννοια παιδαγωγικής και μορφωτικής διδακτικής στο σχολείο και θα οξύνει τα κοινωνικά προβλήματα.
Βασικός στόχος της αξιολόγησης της σχολικής μονάδας είναι να νομιμοποιηθούν στη συνείδηση του λαού, να μετατεθούν στις πλάτες των εκπαιδευτικών – και κατ’ επέκταση των μαθητών και των γονιών τους – οι εκπαιδευτικές ανισότητες, οι ταξικοί φραγμοί στη μόρφωση. Να συγκαλυφθεί η αλήθεια ότι οι εκπαιδευτικές ανισότητες έχουν τη ρίζα τους και αντανακλούν τις κοινωνικο-οικονομικές ανισότητες.
Όσον αφορά στην αξιολόγηση του εκπαιδευτικού είναι γεγονός ότι τείνει να πάρει διαστάσεις ιδεολογικής τρομοκρατίας, επαληθεύοντας για άλλη μια φορά ότι όσο βαθαίνει η αντιλαϊκή πολιτική εντείνεται και ο αυταρχισμός. Γι αυτό η αξιολόγηση του εκπαιδευτικού έρχεται σε μια περίοδο κατά την οποία θα χρησιμεύσει ως αυταρχικός μηχανισμός στήριξης των αντιδραστικών αναδιαρθρώσεων στο χώρο της εκπαίδευσης. Αποτελεί δε μέρος ενός συνολικού σχεδίου που επιδιώκει τη χειραγώγηση και την υποταγή των εκπαιδευτικών μέσω της αξιολόγησης.
Στήνεται μια πρωτοφανής αυταρχική διοικητική πυραμίδα με την τεράστια πίεσή της να ασκείται στη βάση της, δηλαδή στον εκπαιδευτικό, και τελικό αποδέκτη το μαθητή. Γιατί είναι σίγουρο πως το αυταρχικό κλίμα, η «λογική» της υποταγής θα διαχυθεί με εντονότερους ρυθμούς μέσα στην αίθουσα με επιπτώσεις στην προσωπικότητα του μαθητή.
Η Έννοια του καλού ή κακού εκπαιδευτικού είναι σχετική. Άλλο περιεχόμενο του δίνουν οι κυβερνήσεις και άλλο ο λαός, οι εργαζόμενοι. Οι κυβερνήσεις θεωρούν καλό εκπαιδευτικό αυτόν που πειθαρχεί στα κελεύσματά τους, που ασχολείται μόνο με την κάλυψη της ύλης και τις εξετάσεις, που αδιαφορεί για τις κοινωνικές επιπτώσεις του εκπαιδευτικού συστήματος.
Ο εκπαιδευτικός που βλέπει στους νέους ανθρώπους τη δυνατότητα μιας καλύτερης ανθρωπότητας, αισθάνεται ότι το κοινωνικό του λειτούργημα τον θέτει μπροστά σε άλλες απαιτήσεις. Όπως υπογράμμιζε ο Δημήτρης Γληνός: « Ο δάσκαλος έχει όχι μόνο το δικαίωμα της ελεύθερης σκέψης μα ακόμα και το δικαίωμα σαν άτομο και σαν ομάδα να διαφωτίζει την κοινωνία και να συντελεί στην αναμόρφωση της παιδείας… Η αντίθετη αντίληψη ίσα – ίσα είναι εκείνη, που κάνει το δάσκαλο ένα απλό και άψυχο μισθωτό όργανο, του αφαιρεί την κυριότερη προϋπόθεση της προσωπικότητάς του δηλαδή τη λεύτερη σκέψη και τον κάνει από ιεροφάντη μιας κοινωνικής λειτουργίας ένα απλό πνευματικό προλετάριο, που δουλεύει μηχανικά για να κερδίσει ένα κομμάτι ψωμί».
Η πρόταση για την επιλογή στελεχών πρέπει να είναι μια: Επιλογή με 100% αντικειμενικά κριτήρια, κατάργηση του ρόλου της ΕΕΥ σ’ αυτό τον τομέα, για να περιοριστεί ο φαύλος κύκλος του ρουσφετιού και της «ημετεροκρατίας». Δεν πρέπει όμως συγχρόνως να καλλιεργούμε αυταπάτες ότι έτσι ακυρώνεται ο ρόλος της αξιολόγησης όσον αφορά στην αυταρχική χειραγώγηση του εκπαιδευτικού.
Με το νέο προτεινόμενο σχέδιο αξιολόγησης, δεν αίρεται ο επιθεωρητισμός. «Αλλάζει ο Μανωλιός τα ρούχα του», και έχουμε μιας νέας μορφής επιθεωρητισμό, πιο εντατικό από ποτέ. Ο διευθυντής γίνεται και αξιολογητής σου, οι πάντες μπορούν να καταγγέλλουν τους πάντες για ανεπάρκεια και ακαταλληλότητα.
Σίγουρα στους πιο πολλούς δασκάλους δεν αρέσει το τωρινό σύστημα αξιολόγησης. Και καλά κάνουν να απορρίπτουν αυτό το απολίθωμα. Πώς όμως είναι καλύτερο το προτεινόμενο; Επειδή προωθεί το χαφιεδισμό μεταξύ συναδέλφων; Επειδή πρέπει να είσαι υποτακτικός του διευθυντή σου, αν θες να τα πας καλά; Κάτω από τους συγκεκριμένους ιεραρχικούς μηχανισμούς, πρόκειται για ακόμα ένα σύστημα χειραγώγησης, πειθαναγκασμού, αλλά και επίρριψης όλων των ευθυνών για τα κακά της δημόσιας εκπαίδευσης, στον τελευταίο στην ιεραρχία, δηλαδή στο δάσκαλο.
Πρόκειται για μια προσπάθεια της οποίας τα κριτήρια δεν καθορίζονται από κανέναν άλλο παρά από διεθνείς οργανισμούς (τύπου ΠΟΕ). Κριτήρια τέτοια που καθιστούν προβληματική τη μονιμοποίηση των διαφωνούντων και ακόμα πιο εντατικούς τους ρυθμούς εργασίας και τον ανταγωνισμό ανάμεσα στους εκπαιδευτικούς.
Παράλληλα, κανείς δεν μπορεί να μετρήσει τις σχέσεις δασκάλου-μαθητή, το κλίμα του σχολείου, τον κόπο και το μόχθο του άλλου. Πρόκειται για ένα πιο οργανωμένο φακέλωμα, άδικο προς τους συναδέλφους-οικογενειάρχες, με οικονομικές δυσκολίες κτλ, που δεν θα μπορούν να εμπλουτίζουν το αυτοφακέλωμά τους με πιστοποιητικά «συνεδρίων» και «σεμιναρίων».
Την ίδια ώρα, υπάρχουν κοινά κριτήρια για όλα τα σχολεία και για όλους τους εκπαιδευτικούς, λες και μάθαμε στην "Κοινωνιολογία της Εκπαίδευσης", ότι όλοι ξεκινάμε από την ίδια αφετηρία και άρα έχουμε ίδιες πιθανότητες για να φτάσουμε στο τέρμα. Δεν είναι όμως έτσι και το ξέρουμε όλοι. Στην Αγγλία και σε άλλες χώρες σχολεία κλείνουν επειδή δεν ανταποκρίθηκαν σε δεδομένα κοινά κριτήρια. Αυτό οφείλεται σε κοινωνικοοικονομικές ανισότητες ανάμεσα στα σχολεία, τις κοινότητες και τους μαθητικούς πληθυσμούς και όχι στα σχολεία καθ' αυτά.
Και οι δάσκαλοι που δουλεύουν σε δυσμενέστερες συνθήκες θα κρίνονται ευθέως ανάλογα με δυσμένεια (βλ. κριτήρια που αφορούν το αν έχει και αν χρησιμοποιείται η τεχνολογία στο μάθημα και σε ποιο βαθμό - τι θα βάζει ένας συνάδελφος με διαδραστικό πίνακα στην τάξη του και τι ένας που έχει 2 Η/Υ και ένα διαφανοσκόπειο σε όλο το σχολείο;).
Το συνδικαλιστικό κίνημα δεν πρέπει να εγκλωβιστεί στο ψευτοδίλημμα «Ναι ή Όχι στην αξιολόγηση του εκπαιδευτικού και της σχολικής μονάδας» και να περιορίσει την κριτική του στην αξιολόγηση ή σε λεπτομέρειες της και να προσπαθήσει να στρογγυλέψει κάποιες οξείες γωνίες της. Το ζήτημα δεν είναι τι αξιολόγηση, αλλά τι σχολείο θέλουμε, τι ανθρώπους θέλουμε να διαπλάσουμε. Σχολείο το οποίο θα διαπαιδαγωγεί με πληρότητα ανθρώπους με ολοκληρωμένη προσωπικότητα δεν έχουμε κι αυτό πρέπει να φτιάξουμε. Χρέος μας να αναρωτηθούμε ποια πολιτική και ποια κοινωνία αποβλέπει σ’ αυτό.
Απέναντι στην πολιτική και την αξιολόγηση για την οικονομία της αγοράς, το λαϊκό κίνημα έχει καθήκον να αντιπαραθέσει τη δική του αξιολόγηση γι αυτή την πολιτική. Αξιολόγηση που εκφράστηκε στους αγώνες των εκπαιδευτικών, της νεολαίας και των εργαζομένων σε μια σειρά από χώρες. Καιρός και της Κύπρου τώρα.
Το συνδικαλιστικό κίνημα δεν πρέπει να περιοριστεί μόνο στην απόρριψη της αξιολόγησης αλλά ταυτόχρονα ν’ απαιτήσει την παιδαγωγική στήριξη του εκπαιδευτικού με τη δημιουργία Παιδαγωγικών Πανεπιστημιακών Σχολών και την καθιέρωση και ενεργοποίηση του παιδαγωγικού ρόλου του Σχολικού Συμβούλου. Να διεκδικήσει το σύγχρονο ριζοσπαστικό αίτημα της καθιέρωσης Ενιαίου Σχολείου για όλα τα παιδιά χωρίς διακρίσεις, την κατάργηση της εκπαιδευτικής – ταξικής διαφοροποίησης (δημόσια και ιδιωτική εκπαίδευση, καλά και κακά σχολεία, Λύκειο και Τεχνική εκπαίδευση, κύκλοι και κατευθύνσεις κ.λ.π.) Κατάργηση του ρόλου της ΕΕΥ και της συνέντευξης στις προαγωγές. Διδασκαλία στη μητρική γλώσσα των αλλόγλωσσων/αλλοδαπών. Ουσιαστική μείωση της αναλογίας δασκάλου/μαθητών, 1/15. (Η εξαγγελθείσα μείωση, κατά δόσεις, έχει ήδη ξεπεραστεί από τις εξελίξεις αφού γίνεται μετά από δεκαετίες στασιμότητας). Σύγχρονη υλικοτεχνική υποδομή για όλα τα σχολεία. Δραστική μείωση του διδακτικού ωραρίου του εκπαιδευτικού για να ανταποκριθεί ουσιαστικά στον παιδαγωγικό του ρόλο. Περιοδική επιμόρφωση των εκπαιδευτικών με πλήρεις απολαβές, απαλλαγή από διδακτικό έργο, δωρεάν μεταπτυχιακές σπουδές στα κρατικά Πανεπιστήμια.
Το συνδικαλιστικό κίνημα δεν πρέπει να απαντήσει αποσπασματικά στη νέα αντεργατική επίθεση αυταρχισμού που επιχειρείται μέσω της αξιολόγησης, αλλά οφείλει να αναπτύξει την πάλη του ενιαία, συνολικά κατά των αναδιαρθρώσεων, στην οικονομία και την κοινωνία.
Η άρνηση της αξιολόγησης σε αυτό το ιεραρχικό σύστημα που καλούμαστε να υπηρετήσουμε θα πρέπει να συνοδεύεται από μια ριζοσπαστική κριτική στα προγράμματα σπουδών, στα αναλυτικά, και στους στόχους τους, ώστε να γίνει κατανοητή από την κοινωνία. Η άρνηση της αξιολόγησης θα πρέπει να συνοδεύεται με την αντιπρόταση της ανατροφοδότησης του εκπαιδευτικού έργου μέσα από:
ενεργητική δράση του εκπαιδευτικού προσωπικού της σχολικής μονάδας μέσω των συνεδριάσεων.
ανάπτυξη σχέσεων του εκπαιδευτικού προσωπικού σχολείων μιας περιοχής και της τοπικής κοινωνίας.
έλεγχο στις ανάγκες (από την τοπική κοινωνία και το σύλλογο διδασκόντων), στο περιεχόμενο και στον τρόπο διεξαγωγής κάθε επιμορφωτικής διαδικασίας.
Η ΠΑΙΔΑΓΩΓΙΚΗ ΙΚΑΝΟΤΗΤΑ ΚΑΙ Η ΕΚΠΑΙΔΕΥΤΙΚΗ ΔΕΙΝΟΤΗΤΑ ΔΕΝ ΕΧΟΥΝ ΜΕΤΡΟ.
Βιβλιογραφία:
ΘΕΜΑΤΑ ΠΑΙΔΕΙΑΣ: Αφιέρωμα στην αξιολόγηση του εκπαιδευτικού έργου και των εκπαιδευτικών (Σάββας Σάββα, Γιάννης Βαγενάς, Κώστας Θύμης, Λάζαρος Σορόπουλος, Παναγιώτης Γεωργιάδης), τεύχος 7ο
Φανούρης Βώρος: www.voros.gr
http://daskaloua.blogspot.com
3 σχόλια:
Διαφωνώ κάθετα σχεδόν σε όλα. Κρίμα οι αναφορές σε Γληνό, Βάρναλη, και Παλαμά. Η αξιολόγηση είναι αντίθετη με την εκπαίδευση ως κοινωνικό αγαθό; Είμαστε με τα καλά μας;
Αγαπητέ φίλε είμαι σίγουρος πως καταλαβαίνεις για ποια αξιολόγηση μιλάμε και τους στόχους που επιδιώκονται. Είναι χρήσιμο νομίζω να βλέπουμε το δάσος και όχι το δέντρο. Δεν βοηθάει η αποσπασματική ανάγνωση που κάποιες φορές οδηγεί στη διαστρέβλωση.
Μανόλης Σόβολος
Τώρα κατάλαβα γιατί με ρωτησε αν συμφωνω με το αρθρο που αναρτησα...
Αξιολόγηση και εκπαίδευση σήμερα.
Posted in Uncategorized on November 20, 2007 by manitaritoubounou
Φαίνεται ότι κυριος Λαζαρίδης θεωρει οτι η αξιολόγηση έχει μονο ιεραρχική διάσταση . Νετωνια την αποκαλω.
Δεν κατανοεί 'ότι υπ[άρχει και η αξιολόγηση ως αλληλεπίδραση )κβαντομηχανική την αποκαλώ).
Ενταξει θελει 3 αιωνε ςμεχρι να φτασει μεχρι εκει. Ελπίζω με τα κβαντομηχανικά μέσα να τα καταφερει. Υπάρχει και το φαινόμενο σηραγγος...
Δημοσίευση σχολίου