Αν και το ζήτημα που προέκυψε με τα έργα του εκπαιδευτικού-καλλιτέχνη έχει φαινομενικά εξαντληθεί (άλλωστε, οι εν εξάλλω καταστάσει συμπολίτες μας δεν θέλουν να τα παρακουράζουμε τέτοια θέματα, προτιμούν διαδικασίες συνοπτικές, δηλαδή ιαχές-αναθέματα-καταδίκη-τετέλεσται), εντούτοις (επιτρέψετέ μου να) είμαι της άποψης ότι η ουσία, το μείζον της υπόθεσης αυτής, έχει τεχνηέντως παραβλεφθεί.
Αποκαρδιωτική, λοιπόν, δεν είναι μόνο η εντυπωσιακή σιωπή της συντριπτικής πλειοψηφίας των καλλιτεχνών, των ανθρώπων των Τεχνών και των Γραμμάτων, αυτών που καθ’ υπερβολή και συλλήβδην συνηθίσαμε να αποκαλούμε «πνευματικό κόσμο της χώρας», οι οποίοι παρέμειναν -ω, τι έκπληξη!- γι’ άλλη μια φορά ταμπουρωμένοι στα υψηλά δώματα της τέχνης τους, είτε ως υπεροπτικοί δημιουργοί που δεν καταδέχονται να ασχοληθούν με την περίπτωση κάποιου στο πρόσωπο του οποίου ενδεχομένως να μη διαβλέπουν καν την όποια «συναδελφικότητα», είτε διότι συνήθισαν μόνο σε ηχηρές παρεμβάσεις του στιλ «απελθέτω απ΄εμού το ποτήριον τούτο». Αποκαρδιωτικό είναι κυρίως που πολλοί που έσπευσαν, αγριεμένοι, να τοποθετηθούν, δεν ασχολήθηκαν όπως θα περιμέναμε με την ουσία, αλλά εξάντλησαν την τοποθέτησή τους με μερικούς γυρούς του μπάκαρη. Ιδεολογικά αγκυλωμένοι και από πολιτικές εμμονές εφορμούμενοι.
Με αποτέλεσμα, ενώ το μείζον θέμα που είχαμε ενώπιόν μας ήταν η θρασύτατη, διά επίσημης επιστολής εκφρασθείσα απαίτηση του προκαθήμενου της Εκκλησίας να απολυθεί από τις τάξεις της Παιδείας ένας εκπαιδευτικός με την κατηγορία της «βλασφημίας» κατά των θεσμών (!) -θρασύτατη μεν, ενδεδυμένη με μια πρώτου επιπέδου επίδειξη μετριοφροσύνης δε, τύπου «Αν με κατηγορούσε εμένα δεν θα απαντούσα, αλλά το να προσβάλλει τους θεσμούς...»- καταλήξαμε να αναλισκόμαστε σε συζητήσεις/ μονολόγους περί της αισθητικής των έργων, των πολιτικών φρονημάτων του καλλιτέχνη, το κατά πόσο είναι ή δεν είναι αντισυστημικός, αν κάνει τέχνη ή προπαγάνδα... Ακόμα και για τον αν κομίζει ή όχι κάποια καινοτόμο πρόταση μέσα από τα έργα του! Και το έκαναν με τόση παθιασμένη ευκολία, θυμίζοντας το γνωστό περί του φύλου των αγγέλων ενώ η Πόλις εάλω. Αλλά και χωρίς την παραμικρή υποψία μιας φωνής, ψιθυριστής έστω, στο πίσω μέρος του κεφαλιού τους που θα μπορούσε να λέει: «Ουαί υμίν, άνθρωποι των Τεχνών και των Γραμμάτων, κόσμε πνευματικέ, ότι διυλίζετε τον κώνωπα, την δε κάμηλον καταπίνετε!».
Θαρρείς και όλοι όσοι έσπευσαν να πουν κάτω τα χέρια σας, η εποχή του εξοστρακισμού έχει παρέλθει, η «ενόχληση» δεν μπορεί να είναι κατηγορία και η δίωξη ενός καλλιτέχνη είναι απαράδεκτη ενέργεια εν έτει 2020, το κάναμε επειδή ποθαυμαστήκαμε από την καλλιτεχνική αξία των έργων, συγκλονιστήκαμε από τους λεονταρισμούς αντισυστημικότητας του καλλιτέχνη-εκπαιδευτικού, ενστερνιστήκαμε το όποιο πολιτικό μήνυμα ήθελε να περάσει. Ως γνωστόν, όμως, στην μακαρίαν νήσον, το πρόβλημα κατανόησης κειμένου δεν αποτελεί «προνόμιο» της μαθητιώσας νεολαίας.
Αν τώρα κάποιος θεωρεί ότι η θέση αυτή πηγάζει από αριστερίστικες ιδεοληψίες (κάποια με αποκάλεσε «ορφανό του Στάλιν»! Εμένα! Τα ύστερα του κόσμου!) και οπτασιάζεται πόλεμο κατά της Εκκλησίας, δεν ξέρει πού παν τα τέσσερά του. Σας το λέω επίσημα: Μαύρα μεσάνυχτα έχετε! Παρόλα αυτά, δεν έχω σκοπό να στερήσω από κανέναν το δικαίωμα στην ηδονή, όταν αυτοϊκανοποιούμενος εξάγει αυθαίρετα συμπεράσματα. Αμήν.
Περιοδικό "Down Town", τεύχος 716.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου