Σάββατο 14 Μαρτίου 2009

Ποίημα της εβδομάδας 115

Ο ΟΔΗΓΗΤΗΣ

Δεν είμ’ εγώ σπορά της Τύχης
ο πλαστουργός της νιας ζωής.
Εγώ ‘μαι τέκνο της Ανάγκης
κι ώριμο τέκνο της Οργής.

Δεν κατεβαίνω από τα νέφη,
γιατί δε μ’ έστειλε κανείς
Πατέρας, τάχα παρηγόρια
για σένα, σκλάβε, που πονείς.

Ουράνιες δύναμες, αγγέλοι,
κρίνα, πουλιά και ψαλμουδιές-
τίποτα! Εμένα παραστέκουν
οι θυμωμένες σας καρδιές.

Εγώ του καραβιού γοργόνα
στ’ ορθόπλωρο καράβι μπρος.
Απάνω μου σπάνε φουρτούνες
κι άγριος ενάντια μου καιρός.

Μέσα στο νου και στην καρδιά μου
αιώνων φουντώσανε ντροπές
και την παλάμη μου αρματώνουν
με φλογισμένες αστραπές.

Ένας δεν είμαι, μα χιλιάδες!
Όχι μονάχα οι ζωντανοί-
κ’ οι πεθαμένοι μ’ ακλουθάνε
Σε μιαν αράδα σκοτεινή.

Μα κι όσοι αγέννητοι, χιλιάδες
άπλαστοι ακόμα με βλογούν
κι όλοι ακουμπάνε τα σπαθιά τους
απάνω μου και τα λυγούν.

Δε δίνω λέξεις παρηγόρια,
δίνω μαχαίρι σ’ ολουνούς
καθώς το μπήγω μες το χώμα
γίνεται φως, γίνεται νους.

Άκου πώς παίρνουν οι αγέρες
χιλιάδες χρόνων τη φωνή!
Μέσα στο λόγο το δικό μου
όλ’ η ανθρωπότητα πονεί.

Ώ! Πώς τον παίρνουν οι αγέρες
και πώς φωνάζουνε μετά
άβυσσοι μαύροι, τάφοι μαύροι,
ποτάμια γαίματα πηχτά!

Όθε περνά, γκρεμίζει κάτου
Σαν το βοριά, σαν το νοτιά
Όλα τα φονικά ρηγάτα
Θεμελιωμένα στην ψευτιά.

Κ’ ένα στηλώνει κι ανασταίνει,
Το να βασίλειο της Δουλειάς,
(Ειρήνη! Ειρήνη!) το βασίλειο
Της Πανανθρώπινης Φιλιάς.

Κώστας Βάρναλης

Δεν υπάρχουν σχόλια: