11.8.2024
Ο Ahmet Ibrahim Sarandagi γεννήθηκε το 1913 στη Λεμεσό και πέθανε το 1958 επίσης στη Λεμεσό. Ήταν μόλις 45 χρονών όταν σκοτώθηκε από πέντε σφαίρες, πυροβολημένος πισώπλατα. Ήταν έμπορος ψιλικών και πουλούσε είδη στο κατάστημά του και ήταν επίσης κουρέας, στην περιοχή Koseoghlou της Λεμεσού. Ήταν παντρεμένος με την κυρία Ayshe και είχαν τέσσερα παιδιά: Δύο γιους, τους Suna Ersoz και Teoman Ersoz, και δύο κόρες, την Keriman Huseyin και τη Yilshen Andich.
Όσο για το παρατσούκλι του «Sarandagi», μια μέρα ο Ahmet Ibrahim άρχισε να μετράει στα ελληνικά από το ένα έως το 50. Όταν έφτασε στο 41, το είπε στα ελληνικά, αλλά όταν έφτασε στο 42, είπε «ασράντα» και «iki» (δύο). Είχε ξεχάσει τι έπρεπε να πει. Όταν είπε «σαράντα ικί» αντί για «σαράντα δύο», όλοι οι Τουρκοκύπριοι και Ελληνοκύπριοι φίλοι του άρχισαν να γελούν. Από τότε, το παρατσούκλι του ήταν «Sarandagi». Σήμερα θέλω να μοιραστώ μαζί σας τη θλιβερή ιστορία του Ahmet Ibrahim Sarandagi.
Ο εγγονός λέει την ιστορία
Ο Ahmet Ersoz, εγγονός του Ahmet Ibrahim Sarandagi, διηγείται την ακόλουθη ιστορία: «Ο πατέρας μου ήταν ένας από τους πολλούς που πέρασε μεγάλο πόνο από την απώλεια του πατέρα του σε πολύ νεαρή ηλικία. Το όνομα του πατέρα μου είναι Teoman Ersoz. Ο παππούς μου γεννήθηκε το 1913 στη Λεμεσό. Είχε ένα μαγαζί και πουλούσε διάφορα πράγματα, ήταν ψιλικατζής και κουρέας. Τόσο οι Τουρκοκύπριοι όσο και οι Ελληνοκύπριοι τον αγαπούσαν και τον σέβονταν. Όταν κατά τη διάρκεια της περιόδου 1950-55, οι Ελληνοκύπριοι δημιούργησαν την ΕΟΚΑ και σε απάντηση οι Τουρκοκύπριοι σχημάτισαν την ΤΜΤ, αυτά ήταν σημαντικά σημάδια της σύγκρουσης που θα ξεκινούσε τα επόμενα χρόνια. Κατά τη διάρκεια της περιόδου 1950-55, οι Ελληνοκύπριοι ιδιαίτερα δραστηριοποιήθηκαν για να διώξουν τους Βρετανούς από το νησί. Πολλοί φτωχοί Τουρκοκύπριοι, λόγω της φτώχειας δούλευαν κάτω από την αγγλική Αστυνομία και αυτό φαινόταν ως ένα κακό παιχνίδι των Βρετανών. Η τοποθέτηση των Τουρκοκύπριων στη δράση απέναντι από τους Ελληνοκύπριους, μετατόπισε τη σύγκρουση μεταξύ Ελληνοκυπρίων και Τουρκοκυπρίων.
Ο πρώην Τουρκοκύπριος ηγέτης της Λεμεσού, Ziya Rizki κάλεσε τους καταστηματάρχες και τους βιοτέχνες Τουρκοκύπριους σε συνάντηση τον Ιούνιο του 1958 στη λέσχη της ποδοσφαιρικής ομάδας Doghan Turk Birlighi και είπε: «Φίλοι μου, η δράση τώρα στρέφεται εναντίον μας, των Τουρκοκυπρίων. Θα ήταν σκόπιμο να φύγουμε από αυτό το μέρος της Λεμεσού. Τι νομίζετε;».
Ο παππούς μου είπε: «Οι δύο γιοι μου είναι εδώ, ας τους ρωτήσουμε.» Ο θείος μου και ο πατέρας μου είπαν: «Ας πάμε στον τουρκικό μαχαλά» αλλά οι πιο πλούσιοι καταστηματάρχες και τεχνίτες αποφάσισαν να μην φύγουν από τη μεικτή περιοχή της Λεμεσού όπου είχαν τις επιχειρήσεις τους και επέστρεψαν στα μαγαζιά τους. Μια βδομάδα μετά από αυτή τη συνάντηση, την 1η Ιουλίου 1958, όταν ο παππούς μου Ahmet Ibrahim Sarandagi πήγαινε με το ποδήλατό του στο κατάστημά του στη συνοικία Koseoghlou στη Λεμεσό, πυροβολήθηκε πισώπλατα με πέντε σφαίρες, ήταν μια αδίστακτη δολοφονία. Όταν σκοτώθηκε, πολλοί Τουρκοκύπριοι έφυγαν από την περιοχή».
«Πιστεύω στην ειρήνη»
«Ναι, είμαι ο εγγονός του και φέρω το όνομά του με περηφάνια. Παρά τα όσα συνέβησαν μεταξύ των δύο κοινοτήτων, είχα πάντα την πεποίθηση και την επιθυμία ότι οι δύο κοινότητες θα πρέπει να ζήσουν μαζί ειρηνικά σε αυτό το νησί. Παρόλο που σε κάθε στάση φασιστικές ομάδες και προβοκάτορες διέπρατταν αντίποινα και δράσεις, ποτέ δεν έχασα την ελπίδα για λύση. Παρόλο που είμαι εγγονός ενός μάρτυρα, ποτέ δεν κοίταξα τους Ελληνοκύπριους με μίσος ή εκδίκηση. Ποτέ δεν είχα προκαταλήψεις εναντίον τους. Ανέμενα ότι και οι ηγεσίες και των δύο πλευρών θα σκέφτονται και θα ενεργούν έτσι. Και ακόμα περιμένω. Αυτή την ξεχωριστή μέρα, την 1η Ιουλίου, τιμώ τη μνήμη του παππού μου Ahmet Ibrahim Sarandagi, τον οποίο δεν γνώρισα ποτέ. Ας αναπαυθεί εν ειρήνη».
Ποιος τον σκότωσε
Όταν δημοσίευσα αυτά που είχε γράψει στην εφημερίδα Yeniduzen στις σελίδες μου με τίτλο «Κύπρος: Οι ανείπωτες ιστορίες», ένας Ελληνοκύπριος φίλος ρώτησε αν είχε σκοτωθεί από την ΕΟΚΑ ή την ΤΜΤ. Και του έγραψα: «Τι σημασία έχει;». Ο αείμνηστος Yucel Koseoghlou που ήταν ξάδελφος του Ahmet Ibrahim Sarandagiε είπε στην οικογένεια ότι οι ιδιοκτήτες των καταστημάτων είχαν δει ότι ήταν ένας Ελληνοκύπριος της ΕΟΚΑ που πυροβόλησε τον Ahmet Ibrahim Sarandagi. Ενώ ο Yucel ταξίδευε με τη μοτοσυκλέτα του, είχε ακούσει τους πυροβολισμούς και ήταν ο πρώτος που πήγε στον τόπο του εγκλήματος.
Ο Ahmet Ersoz, εγγονός του Ahmet Ibrahim Sarandagi λέει: «Ο παππούς μου δεν είχε ποτέ καμία σχέση με την πολιτική, δεν ήξερε τι είναι Αριστερά και τι είναι Δεξιά με αυτή την έννοια και δεν μίλησε ποτέ για πολιτική με κανέναν σύμφωνα με τη γιαγιά μου και όσους τον γνώριζαν. Και σύμφωνα με όσα έχω καταλάβει, κανένας δεν θα μπορούσε να πει ότι ήταν αριστερός ή δεξιός ή άθεος. Τόσο οι Τουρκοκύπριοι όσο και οι Ελληνοκύπριοι τον αγαπούσαν και τον σέβονταν. Η δολοφονία κάποιου που οι άνθρωποι και από τις δύο κοινότητες αγαπούσαν είχε ως στόχο οι Τουρκοκύπριοι να απομακρυνθούν από εκείνο το μέρος της Λεμεσού. Είναι αλήθεια ότι σε αυτό το νησί, Τουρκοκύπριοι σκότωναν Τουρκοκύπριους και Ελληνοκύπριοι σκότωναν Ελληνοκύπριους, αλλά στην περίπτωση του παππού μου, πολλοί μάρτυρες είπαν στην οικογένειά μας ότι είδαν ότι ήταν η ΕΟΚΑ που το είχε κάνει αυτό».
Υπάρχουν κάποιες ειδήσεις στην τουρκοκυπριακή εφημερίδα Bozkurt για εκείνες τις μέρες. Σύμφωνα με την εφημερίδα Bozkurt, ο Ahmet Ibrahim Sarandagi σκοτώθηκε στις 30 Ιουνίου 1958 και όχι την 1η Ιουλίου 1958, παρόλο που η οικογένεια τον τιμά την 1η Ιουλίου. Στην ίδια εφημερίδα υπάρχει και μια άλλη είδηση στις 3 Ιουλίου 1958 όπου ο γιος του Ahmet Ibrahim Sarandagi, Suna Ahmet λέει ότι ο ισχυρισμός του Παρτασίδη, του τότε Ελληνοκύπριου δημάρχου Λεμεσού, ότι ο πατέρας του είχε σκοτωθεί από Τουρκοκύπριους δεν ευσταθούσε. «Κάποιοι Ελληνοκύπριοι μας ζήτησαν να εγκαταλείψουμε το μαγαζί μας και ψάχναμε να βρούμε ένα μαγαζί για να μετακομίσουμε» λέει.
Μετά τη δολοφονία του Ahmet Ibrahim Sarandagi, ακολούθησαν μάχες μεταξύ Ελληνοκυπρίων και Τουρκοκυπρίων και περίπου 20 οικογένειες έφυγαν για να πάνε στις τουρκοκυπριακές περιοχές της Λεμεσού.
Οι «προβοκάτσιες» έπιασαν τόπο, από όπου κι αν προέρχονταν και ο διαχωρισμός των Τουρκοκυπρίων από τους Ελληνοκύπριους συνεχιζόταν, ξεκινώντας από τη δεκαετία του 1950 και συνεχίζοντας και επιδεινούμενος το 1963-64 ολοκληρώθηκε το 1974. Ο διαχωρισμός του νησιού είχε ολοκληρωθεί.
Ένα ποίημα από τον γιο για τον πατέρα
Ο Teoman Ersoz, γιος του Ahmet Ibrahim Sarandagi έγραψε το ακόλουθο ποίημα με τίτλο «Ο πατέρας μου».
Ο πατέρας μου
Εκείνη η μέρα ήταν διαφορετική
Ήταν σαν ακόμα και ο ήλιος να μην ήθελε
Να ανατείλει.
Η ομίχλη από τον αέρα
Αντιστεκόταν να μη διαλυθεί
Αλλά ήταν μάταιο
Τα εμπόδια δεν δούλευαν.
Ο ήλιος έκανε το μερίδιο του
Και η γη έπαιρνε το φως της.
Ενώ ο ήλιος ανέτειλε
Τα σπουργίτια τραγουδούσαν αρμονικά
Δίνοντας την είδηση ότι η νέα μέρα
Ήταν η 1η Ιουλίου.
Μόνο ένα πράγμα θα μπορούσε να είναι σίγουρο
Για τους ανθρώπους της γης
Αυτή δεν θα ήταν μια συνηθισμένη μέρα
Και αυτό ακριβώς συνέβη.
Ο πατέρας μου είχε σηκωθεί νωρίτερα
Διαφορετικά από όλες τις άλλες μέρες
Μόνο εκείνη την ημέρα
Δεν βιαζόταν
Να σηκωθεί από το κρεβάτι του
Δεν βιαζόταν.
Για λίγο κοιτούσε το ταβάνι
Αλλά μετά θυμήθηκε ότι
Ότι έπρεπε να βγάλει το ψωμί του για την οικογένεια του
Σηκώθηκε και ντύθηκε
Και ανέβηκε γρήγορα στο ποδήλατο του.
Τώρα δεν ήταν πια ήρεμος, ο πατέρας μου
Ήταν ανήσυχος.
Ήταν σαν κάποιος να τον καλούσε
Και επιτάχυνε με το ποδήλατο του.
Πώς να ήξερε ο πατέρας μου ότι
Αυτή ήταν η τελευταία του θυσία για τη γυναίκα και τα παιδιά του.
Και πώς να ήξερε ότι
Ότι έμεινε τόσο λίγο για να πέσει
Στην ύπουλη παγίδα που του είχαν στήσει
Και ξαφνικά η μοίρα χτύπησε
Και στο τέλος συνέβη.
Ο μακαρίτης ο πατέρας μου ήταν ο στόχος
Των σφαιρών που τον πυροβόλησαν από πίσω.
Άνοιξε και έκλεισε τα πράσινα μάτια του μερικές φορές.
Ακόμα κι αν έψαχνε, δυστυχώς
Δεν μπορούσε να δει κανέναν που αγαπούσε γύρω του.
Και αποδεχόμενος τη μοίρα του
Ήρθε μόνος του
Έφυγε μόνος
Από αυτόν τον καταραμένο κόσμο.
Όσο ζούσε, αγαπούσε τους ανθρώπους χωρίς διακρίσεις, ενώ έδινε την ψυχή του στον Θεό. Και είμαι σίγουρος ότι αν τον ρωτούσαν, θα επέλεγε πάντα την ειρήνη και την ανθρωπιά μέχρι το τέλος. Δεν μπορούσαμε ποτέ να σε χορτάσουμε αγαπημένε μου πατέρα, σε πήραν από εμάς. Μακάρι να είσαι στον παράδεισο. Μια μέρα, φυσικά, θα συναντηθούμε.
Ο γιος σου Teoman Ersoz
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου