Με αφορμή την παράσταση «Η Καταρίνα και η ομορφιά να σκοτώνεις φασίστες» του Τιάγκο Ροντρίγκες.
Είναι μια παράσταση από αυτές που φεύγει κανείς με τα νεύρα τσίτα, αμήχανος, φορτισμένος, μπερδεμένος. Ενίοτε και θυμωμένος. Σε άλλες χώρες όπου παρουσιάστηκε οι θεατές δεν άντεξαν το λογύδριο στο τέλος και είτε –στην καλύτερη- γιουχάισαν, είτε φώναξαν συνθήματα, αποχώρησαν αποτροπιασμένοι, πετούσαν αντικείμενα.
Προσωπικά, έχοντας παρακολουθήσει το έργο του Τιάγκο Ροντρίγκες «Η Καταρίνα και η ομορφιά να σκοτώνεις φασίστες», αποχώρησα από το Δημοτικό Θέατρο Λευκωσίας με μια μεγάλη βεβαιότητα: ότι δεν υπάρχει τίποτα πιο δημοκρατικό, πιο δημιουργικό, πιο πολύτιμο για τον ανθρώπινο πολιτισμό από την αμφιβολία.
Βασικά, είναι η ηθική πυξίδα κάθε σκέψης που σέβεται τον άνθρωπο. Το εργαλείο που μας απελευθερώνει από τα δεσμά της αυθεντίας και μάς προ(σ)καλεί να αναρωτηθούμε, να ερευνήσουμε, να εμβαθύνουμε. Σ’ έναν κόσμο που ολοένα αποπλανάται από απλοϊκές βεβαιότητες και απόλυτες αλήθειες, η αμφιβολία είναι το αντίδοτο. Όχι ως άρνηση ή δισταγμός, αλλά ως ανοιχτότητα στο άγνωστο, ως διάθεση να επαναδιαπραγματευτούμε όσα θεωρούμε δεδομένα.
Είναι η μήτρα και το όραμα της κριτικής σκέψης, η σπίθα που πυροδοτεί τη φαντασία, μάς φέρνει προ των ευθυνών και μάς υποχρεώνει να αναλογιστούμε τις συνέπειες, να δούμε τον κόσμο μέσα από τα μάτια των άλλων και να αποδεχτούμε την πολυπλοκότητά του. Όταν αμφιβάλλουμε, δεν καταργούμε την αλήθεια· την πλησιάζουμε με σεβασμό, αναγνωρίζοντας ότι η αναζήτησή της είναι μια ακατάπαυστη, συλλογική προσπάθεια.
Μοναδικός επιζήσας από το οικογενειακό μακελειό και μοναδικός «κανονικά» ενδεδυμένος, ο προορισμένος για θανάτωση ακροδεξιός βουλευτής εκτοξεύει μια ανυπόφορη, 20λεπτη μισητική αγόρευση, σπέρνοντας χολή για τις γυναίκες, τους μετανάστες, τις μειονότητες, χλευάζοντας συνταγματικούς περιορισμούς που εμποδίζουν το «όραμά» του και εξυμνώντας την επερχόμενη… Νέα Δημοκρατία, που θα επιβάλει αυτός και όμοιοί του.
Η ιοβόλα λογοδιάρροια ήταν προφανώς προσχεδιασμένη να λειτουργήσει ως πρόκληση. Να ταρακουνήσει, να αναπείσει όσους θεατές βρήκαν εύλογη την ταλάντευση και την αναποφασιστικότητα της υπό μύηση «Καταρίνας» για το ηθικό έρεισμα του φονικού της καθήκοντος. Μπορεί η βία να είναι «όμορφη» ή έστω συγγνωστή αν είναι πολιτικά στοχευμένη; Μπορεί είναι δικαιολογημένη στην πάλη ενάντια στη βαρβαρότητα;
Με την ώρα, λοιπόν, μια βοή άρχισε να αναδύεται από την πλατεία και φωναχτοί ψίθυροι του στιλ «ας τον πυροβολήσει κάποιος»! Μεταξύ σοβαρού και αστείου, θέλω να πιστεύω. Διότι στην κερκίδα και στην πλατεία επιτρέπεται να πούμε και μια «κουβέντα παραπάνω». Το ζήτημα με τον Ροντρίγκες και το σκόπιμα προκλητικό και μπρεχτικά στυλιζαρισμένο έργο του, είναι ότι επιτρέπει στον εαυτό του να πει «κουβέντες παραπάνω» και στη σκηνή.
Κατά το μπρεχτικό πρότυπο -όχι μόνο μέσα από την αισθητική και τη θεματική, ή την προβοκατόρικη χρήση της γλώσσας- δίνει έμφαση στη διαλεκτική και την πρόκληση σκέψης. Ο ίδιος ο τίτλος «μπρεχτίζει», παραπέμποντας στον τρόπο με τον οποίο ο Γερμανός δραματουργός ενσωμάτωνε επίμαχα θέματα στα έργα του. Αντηχεί τον τρόπο που συνέδεε την τέχνη με την πολιτική δράση, μετατρέποντας τη θεατρική σκηνή σε χώρο διαλόγου και κριτικής. Με τον ίδιο τρόπο, ο Τιάγκο Ροντρίγκες απορρίπτει κάθε απόπειρα συναισθηματικής ταύτισης, ξεβολεύοντας τον θεατή από την άνεση της παθητικής παρατήρησης και οδηγώντας τον στο ασταθές έδαφος της αμφιβολίας.
Το έργο λειτουργεί ως δραστική μεταφορά της μπρεχτικής αρχής ότι το θέατρο πρέπει να λειτουργεί ως εργαστήρι ιδεών κι όχι ως μέσο διαφυγής. Ο θεατής δεν είναι εδώ για να «συγκινηθεί» αλλά για να προβληματιστεί, για να δει την πραγματικότητα ως κατασκευή που μπορεί να αλλάξει. Ο Ροντρίγκες δεν προσφέρει εύκολες απαντήσεις ή λύσεις. Αντίθετα, δημιουργεί το πλαίσιο για συζήτηση και εξετάζει μαζί μας τις συνέπειες της δράσης και της αδράνειας μέσα από μια διαλεκτική προσέγγιση που κατακερματίζει τις βεβαιότητες.
Η οικογένεια των «Καταρίνων», εγκλωβισμένη σε αιώνιο κύκλο βίας, ακροβατεί μεταξύ καθήκοντος και ηθικού διλήμματος. Στον ιδεολογικό πυρήνα βρίσκεται η έννοια της αναγκαίας πράξης. Το θέατρο μπορεί να αποκαλύψει τη βία που κρύβεται στην ίδια τη δομή της κοινωνίας. Ο Ροντρίγκες μετατρέπει την οικογενειακή συνάθροιση σε μικροσύμπαν της κοινωνικής διαπάλης. Κάθε μέλος ενσαρκώνει διαφορετικές πτυχές της πολιτικής συνείδησης. Οι ήρωες παρουσιάζονται ως φορείς ιδεών παρά ως ψυχολογικές οντότητες.
Η παράσταση «ντριμπλάρει» τη διδακτικότητα, παρά τον έντονα πολιτικό της χαρακτήρα. Η επιλογή της σύγκρουσης ως θεμέλιο της δραματουργίας αφήνει τον θεατή να διαμορφώσει τη δική του στάση.
Η σκηνική αφήγηση, παρά την εννοιολογική της ένταση, διατηρεί κι έναν τσεχωφικό παλμό: οι ήρωες κινούνται ανάμεσα σε μικρές, φαινομενικά ασήμαντες πράξεις και σε διαλόγους γεμάτους ανεκπλήρωτη λαχτάρα για δικαιοσύνη, αλλαγή και προσωπική λύτρωση. Ο Πορτογάλος δημιουργός αφήνει τους χαρακτήρες να κουβαλούν το βάρος του κόσμου, όχι με μεγαλοστομίες, αλλά με τη σιωπηλή επιβίωση μέσα στις αντιφάσεις τους. Οι συζητήσεις γύρω από την ηθική της βίας και την ανάγκη για αντίσταση δεν είναι απλές δηλώσεις θέσης· είναι θραύσματα από τη ζωή ανθρώπων που αισθάνονται παγιδευμένοι ανάμεσα στην επιθυμία για δράση και την ακινησία του δισταγμού.
Το τσεχωφικό στοιχείο συναντά το μπρεχτικό του αντίβαρο όταν το έργο παύει να εστιάζει στα πρόσωπα και απευθύνεται πια ευθέως στον θεατή. Η ένταση ανάμεσα στη συναισθηματική βύθιση και την αποστασιοποιημένη κρίση ερεθίζει το κοινό και το ωθεί στην υποψία ότι η καθημερινότητα ίσως παραμένει το απόλυτο πεδίο όπου η ιδέα συναντά τη δράση και η θεωρία την πράξη. Και πως το ατομικό και το συλλογικό δεν είναι παρά οι δύο όψεις της ίδιας τραγικής όσο και ελπιδοφόρας ανθρώπινης κατάστασης.
Ελεύθερα, 15.12.2024
Πηγή: https://www.philenews.com/apopsis/arthra-apo-f/article/1538364/kapios-na-ton-pirovolisi-epitelous/
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου