Ο δρ. Bekir Azgin που γεννήθηκε στο μικτό χωριό Ποταμιά, στο άρθρο του «Αναμνήσεις από έναν άλλο κόσμο» που δημοσιεύτηκε στην εφημερίδα HAVADIS στις 23 Μαρτίου 2014, γράφει για τις αναμνήσεις του από την εποχή του «Μπαϊραμιού»…
Είμαι σίγουρη ότι πολλοί Ελληνοκύπριοι γνωρίζουν ότι το «Μπαϊράμι» είναι η εορταστική περίοδος των Τουρκοκυπρίων, παρόμοια με αυτήn των Χριστουγέννων για τους Ελληνοκύπριους. Έχουμε δύο Μπαϊράμια – «Ramazan Bayrami» ή «Sheker Bayrami» («Γιορτή των γλυκών»). Και «Kurban Bayrami» («Γιορτή της Θυσίας»). Στην πραγματικότητα, σήμερα είναι η πρώτη μέρα του «Kurban Bayrami» για τους Τουρκοκύπριους.
Πριν από το «Ramazan Bayrami», όσοι πιστεύουν, νηστεύουν για 29 ή 30 ημέρες, χωρίς να τρώνε τίποτε από το πρωί μέχρι το βράδυ. Και στο τέλος του μήνα νηστείας είναι το Ramazan Bayrami ή Sheker Bayrami και προσφέρονται γλυκά όταν οι άνθρωποι επισκέπτονται τους ηλικιωμένους συγγενείς τους. Όσο για το «Kurban Bayrami», όσοι πιστεύουν «θυσιάζουν ένα πρόβατο» κατά τη διάρκεια του Μπαϊραμιού και μοιράζουν το κρέας του προβάτου σε φίλους και συγγενείς, καθώς και στους φτωχούς. Αυτές είναι πολύ σημαντικές γιορτές για τους Τουρκοκυπρίους πολιτισμικά, αφού είναι η περίοδος που μαζεύεται όλη η εκτεταμένη οικογένεια και γιορτάζουν. Στα παιδιά δίνουν καινούργια ρούχα και παπούτσια για το Μπαϊράμι και οι μεγαλύτεροι δίνουν κάποια χρήματα στα παιδιά που πηγαίνουν και φιλούν το χέρι των συγγενών τους.
Αναμνήσεις από την Ποταμι
Όσον αφορά τις αναμνήσεις σχετικά με το «Μπαϊράμι», ο δρ. Bekir Azgin γράφει τα εξής: «Το Μπαϊράμι είχε μια πολύ ιδιαίτερη σημασία για εμάς. Στην πραγματικότητα υπήρχαν πολλά πράγματα που μπορούσαμε να κάνουμε μόνο κατά τη διάρκεια του Μπαϊραμιού. Εκείνη τη μέρα, κανένας δεν πήγαινε στη δουλειά. Τα ρούχα αγοράζονταν μόνο για τις γιορτές του Μπαϊραμιού (μέχρι το επόμενο Μπαϊράμι). Αλλά για μένα το πιο σημαντικό πράγμα ήταν το μαγείρεμα γευμάτων με κρέας στο σπίτι. Σε άλλες εποχές σπάνια σφαζόταν ένα σπιτίσιο κοτόπουλο και μαγειρεύονταν μακαρόνια και κοτόπουλο. Όμως, ιδιαίτερα γεύματα μαγειρεύονταν κατά τη διάρκεια του Μπαϊραμιού. Και επιπλέον, τα παιδιά μας είχαν μερικές πιάστρες (λεφτά) κατά τη διάρκεια των μερών του Μπαϊραμιού.».
Προσευχή στο τζαμί
«Η μητέρα μου με ξυπνούσε νωρίς το πρωί λέγοντάς μου: «Έλα, σήκω, σήμερα είναι Μπαϊράμι». Αν ήταν άλλη μέρα, τραβούσα το πάπλωμα πάνω από το κεφάλι μου και μουρμούριζα, αλλά τα πρωινά του Μπαϊραμιού πεταγόμουν από το κρεβάτι. Έπλενα το πρόσωπό μου και έβαζα τα ρούχα που είχα απλώσει το προηγούμενο βράδυ στην καρέκλα κοντά στο κρεβάτι μου. Πηγαίναμε στο τζαμί με τον πατέρα μου. Το τζαμί ήταν μια μεγάλη αίθουσα δίπλα στο δημοτικό σχολείο. Καθώς δεν είχε μιναρέ, ο χότζας ανέβαινε πάνω σε ένα μεγάλο κούτσουρο ευκαλύπτου και από εκεί φώναζε το "ezan" (θρησκευτική προσευχή).
Βγάζαμε τα παπούτσια μας στο κατώφλι της πόρτας και τα αφήναμε στο σκαλοπάτι. Οι μεγαλύτεροί μας παρατάσσονταν πίσω από τον χότζα στον άμβωνα και εμείς τα παιδιά σχηματίζαμε μια γραμμή στο πίσω μέρος. Στο τζαμί πρώτα γινόταν η πρωινή προσευχή, «namaz». Και μιμούμασταν τους μεγαλύτερους. Μετά το «namaz» (προσευχή) ο χότζας έλεγε κάτι. Εφόσον ο μακαρίτης χότζας, ο Hadji Azmi, ήταν αρκετά ηλικιωμένος, η φωνή του δεν έφτανε σε εμάς που βρισκόμασταν στο πίσω μέρος. Δεν ακούγαμε τι έλεγε και ακόμα και αυτά που ακούγαμε δεν τα καταλαβαίναμε ούτως ή άλλως. Μετά, οι χωρικοί τραγουδούσαν το "Bayram Salasi". Μου άρεσε πολύ αυτό και πάντα είχα το ερώτημα στο μυαλό μου: "Γιατί δεν υπάρχει περισσότερη μουσική στο τζαμί;". Το ίδιο σαλάχι επαναλαμβανόταν πολλές φορές.
Όταν ανέτελλε ο ήλιος, ήταν η ώρα για το Bayram Namazi («Η προσευχή του Bayram»). Μετά το "namaz", συνέβαινε ένα πολύ ωραίο πράγμα που το συνάντησα μόνο στο χωριό μας. Ο χότζας στεκόταν μπροστά από τον άμβωνα και κάποιος που στεκόταν μπροστά κρατούσε τα χέρια του χότζα με τα δύο του χέρια και έδιναν τα χέρια τους έτσι, μετά άγγιζε με τον δεξί του ώμο τον αριστερό ώμο του χότζα και μετά άγγιζε τον αριστερό του ώμο στον δεξιό ώμο του χότζα. Και στεκόταν δίπλα στον χότζα. Στη συνέχεια, ένα άλλο άτομο έκανε το ίδιο τελετουργικό και στεκόταν και αυτός στη σειρά (που σχηματιζόταν δίπλα στον χότζα). Με αυτόν τον τρόπο όλοι είχαν χαιρετήσει ο ένας τον άλλον για το Μπαϊράμι. Και εμείς τα παιδιά γελούσαμε βλέποντας αυτούς που γνωρίζαμε και δεν μιλούσαν μεταξύ τους να χαιρετιούνται με αυτόν τον τρόπο. Με αυτόν τον τρόπο, όλοι οι μουσουλμάνοι Τουρκοκύπριοι του χωριού είχαν καλές σχέσεις μεταξύ τους. Μέχρι το επόμενο Μπαϊράμι!
Καθώς οι μεγαλύτεροι έβγαιναν από το τζαμί και φορούσαν τα παπούτσια τους δέχονταν επίθεση από τα παιδιά. Τους φιλούσαν τα χέρια και τα παιδιά έπαιρναν μια πιάστρα ως ανταμοιβή. Επειδή μου είπαν να μην το κάνω αυτό, φιλούσα μόνο το χέρι του παππού μου και των θείων μου. Καθώς δεν είχαμε παράδοση να φιλούμε τα χέρια στο σπίτι μας, ακόμα και αυτό ήταν πολύ δύσκολο για μένα. Στεκόμουν στην άκρη και παρακολουθούσα τα άλλα παιδιά. Κυρίως οι θείοι μου ερχόντουσαν κοντά μου και έσφιγγαν μισό ή ένα σελίνι στο χέρι μου.»
Βοηθώντας ο ένας τον άλλο
«Σύμφωνα με την παράδοση στο χωριό μας τις μέρες του Μπαϊραμιού, οι επείγουσες εργασίες των Τουρκοκυπρίων γίνονταν από τους Ελληνοκυπρίους. Και κατά τη διάρκεια του Πάσχα, γινόταν το αντίθετο. Οι Ελληνοκύπριοι φρόντιζαν τα κοπάδια των προβάτων. Αν οι αγρότες έπρεπε να ποτίσουν ή άλλες παρόμοιες εργασίες, αυτές τις έκαναν οι Ελληνοκύπριοι. Και το βράδυ έτρωγαν και έπιναν μαζί.
Επειδή το βράδυ υπήρχαν επισκέπτες, η μητέρα μου έπρεπε να κάνει τις προετοιμασίες γι' αυτό. Εκείνη τη μέρα μαγείρευε κυρίως μια κατσαρόλα κολοκάσι, μια κατσαρόλα κουπέπια (ντολμάδες) φτιαγμένα με αμπελόφυλλα και ένα ή δύο «σινιά» (δίσκους) πατατο-κεμπάπ (κλέφτικο) μαγειρεμένο στο φουρνί. Για το «κεμπάπ στο φουρνί», δίπλα στον πήλινο φούρνο στην αυλή για το ψήσιμο του ψωμιού, είχαμε ένα μικρότερο πήλινο φουρνί. (Αν τα εργαλεία και τα υλικά δεν ήταν αρκετά στο σπίτι τα δανειζόμασταν από τους Ελληνοκύπριους γείτονές μας).
Απ’ ό,τι καταλάβαινα, η πιο δύσκολη από αυτές τις εργασίες ήταν η παρασκευή κιμά. Πρώτα ακόνιζαν τα μαχαίρια τρίβοντάς τα σε μια καθαρή, πλυμένη μαύρη πέτρα. Στη συνέχεια, το κρέας κοβόταν σε κομμάτια. Κρατούσαν δύο μαχαίρια, ένα σε κάθε χέρι, και το κρέας τεμαχιζόταν περαιτέρω κρατώντας τα αντίθετα. Ενώ τραβιόταν το μαχαίρι του δεξιού χεριού προς το άτομο, το μαχαίρι του αριστερού χεριού σπρωχνόταν μακριά από το άτομο που το κρατούσε. Και αυτό συνεχιζόταν μέχρι το κρέας να γίνει κιμάς.»
Η κούνια στην αυλή.
«Τις μέρες του Μπαϊραμιού και του Πάσχα, ο πατέρας μου είχε μια ειδική δουλειά: Να φτιάξει μια κούνια. Είχαμε μια μεγάλη χαρουπιά στην αυλή μας. Περνούσαμε τον περισσότερο χρόνο μας κάτω από αυτό το δέντρο. Ο πατέρας μου περνούσε μερικά σχοινιά πάνω από ένα από τα κλαδιά αυτού του δέντρου και στερέωνε μια σανίδα ανάμεσά τους.
Κατά τη διάρκεια του Μπαϊραμιού κυρίως Τουρκοκύπριες κοπέλες και κατά τη διάρκεια του Πάσχα κυρίως Ελληνοκύπριες κοπέλες έρχονταν κατά ομάδες τα απογεύματα –κουνιόντουσαν σε αυτή την κούνια και τραγουδούσαν. Εκείνες τις μέρες δεν μας ενδιέφεραν οι κοπέλες, αλλά μας ενδιέφερε πολύ η κούνια. Περιμέναμε με ανυπομονησία να φύγουν τα κορίτσια για να μπορέσουμε να κρατηθούμε από την κούνια. Μέχρι να χρειαστεί τα σχοινιά ο πατέρας μου, η κούνια βρισκόταν υπό την κατοχή των άτακτων αγοριών του μαχαλά (της γειτονιάς).»
Ελληνοκύπριοι φίλοι
«Το βράδυ άρχιζαν να έρχονται επισκέπτες. Όποιος ερχόταν καθόταν και άρχιζε να τρώει. Κατά τη διάρκεια του δείπνου έπιναν κυρίως Αγγλίας (κονιάκ). Οι επισκέπτες μας ήταν κυρίως Ελληνοκύπριοι φίλοι του πατέρα μου. Προσκαλούσαν τον πατέρα μου στα σπίτια τους κατά τη διάρκεια του Πάσχα ή έκαναν τις δουλειές μας κατά τη διάρκεια του Μπαϊραμιού ή ήταν βοσκοί που μας έδιναν γάλα για να φτιάξουμε το χαλλούμι μας. Ήταν όλοι τους άνδρες. Οι γυναίκες δεν είχαν καμία θέση σε τέτοιες γιορτές. Έτρωγαν και έπιναν, τραγουδούσαν και όσοι νύσταζαν σηκώνονταν και επέστρεφαν στα σπίτια τους. Δεν θυμούμαι ποτέ κάποια δυσάρεστη κατάσταση σ’ αυτές τις γιορτές. Την επόμενη μέρα όλοι πήγαιναν στη δουλειά. Το Μπαϊράμι των χωριανών ήταν μόνο για μια μέρα.»
Πηγή: https://politis.com.cy/politis-news/cyprus/800801/anamniseis-toy-bairamioy-apo-tin-potamia
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου